Τρίτη 29 Μαρτίου 2016

Ένα ινδικό παραμύθι: Τα Μήλα

Μια φορά κι έναν καιρό ζούσε ένας βασιλιάς που ήταν πολύ πλούσιος και πολύ καλός. Κάθε πρωί πήγαινε στην αίθουσα των ακροάσεων του παλατιού του και άκουγε με προσοχή και συγκατάβαση τα προβλήματα των υπηκόων του. Οι περισσότεροι από αυτούς τού προσέφεραν και ένα δώρο, ο καθένας με τις δυνατότητές του.
Πίσω από τον θρόνο του βασιλιά στεκόταν όρθιος ο θησαυροφύλακας, στον οποίο παρέδιδε ο βασιλιάς το δώρο που του προσφερόταν, και αυτός το μετέφερε στο θησαυροφυλάκιο.
Κάθε πρωί περνούσε μπροστά από τον βασιλιά και ένας ταπεινός άνθρωπος, ο οποίος όμως δεν ζητούσε τίποτε, μόνο προσέφερε στο βασιλιά ως δώρο ένα μήλο. Ο βασιλιάς αδιάφορος για το ευτελές δώρο το παρέδιδε στον θησαυροφύλακά του και αυτός περιφρονητικά το πετούσε μέσα από ένα φεγγίτη στο υπόγειο.
Ο ταπεινός ανθρωπάκος έκανε αυτή τη δουλειά κάθε μέρα επί πολλά χρόνια, χωρίς να του δώσει κανείς σημασία. Επάνω στο δέκατο χρόνο, ένα παρόμοιο πρωινό ακροάσεων, παρουσιάστηκε έξαφνα μπροστά στο θρόνο του βασιλιά ο πίθηκός του. Είχε ξεφύγει από τα πίσω διαμερίσματα του παλατιού.
Διέκρινε αμέσως το βασιλιά μέσα από το πλήθος των υπηκόων, έτρεξε προς αυτόν και κάθισε στο βραχίονα του θρόνου του. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή περνούσε ο ταπεινός μας άνθρωπος και παρέδιδε στον άρχοντα του τόπου το καθιερωμένο μήλο και αμέσως εξαφανίστηκε μέσα στο πλήθος.
Προτού ο βασιλιάς προλάβει να δώσει το ευτελές δώρο στον θησαυροφύλακά του, το αρπάζει ο πίθηκος και το δαγκώνει για να το φάει. Όμως τα δόντια του προσέκρουσαν σε σκληρό αντικείμενο.
Το αντελήφθη ο βασιλιάς, παίρνει το μήλο από το στόμα του πιθήκου και με τα χέρια του το ανοίγει στα δυο.
Και τι να δει! Στο κέντρο υπήρχε ένα θαυμάσιο διαμάντι!
Ρωτάει αμέσως το θησαυροφύλακα, πού έριχνε τα προηγούμενα μήλα. Ο θησαυροφύλακας του είπε στο υπόγειο και τρέχουν και οι δύο προς τα εκεί.
Και τι να δουν! Ένας μεγάλος σωρός από αστραφτερά διαμάντια ανάμεσα σε σαπισμένα μήλα.

«Το παραμύθι λοιπόν λέει πως κάθε ημέρα της ζωής μας έρχεται προς εμάς ταπεινή και χωρίς να μας ζητήσει τίποτε.
Μας προσφέρει σιωπηλά το πολύτιμο δώρο της, που εμείς το θεωρούμε ευτελές και το απορρίπτουμε. Και νομίζουμε πως τα κριτήριά μας είναι άσφαλτα επειδή είναι βασιλικά...
Οι μετρημένες μέρες της ζωής μας είναι οι ίδιες διαμάντια. Η άπειρη αξία τους όμως μας διαφεύγει.»


Σάββατο 19 Μαρτίου 2016

Η ιστορία ενός τραγουδιού / The Animals - Monterey

Τον Ιούνη του '67 διοργανώθηκε στο Monterey της Καλιφόρνια το πρώτο μεγάλο φεστιβάλ της ροκ, που το παρακολούθησαν περίπου 200.000 άνθρωποι. Εκεί έκαναν τις πρώτες τους σημαντικές εμφανίσεις μεγάλοι καλλιτέχνες όπως ο Jimi Hendrix, η Janis Joplin, οι Jefferson Airplane, οι Who και άλλοι.
Αυτή την εκδήλωση που στιγμάτισε την ιστορία της ροκ, καθώς και τις μπάντες που πήραν μέρος περιγράφει, με νοσταλγία, ο Eric Burdon και οι Animals στο τραγούδι τους "Monterey".
Μια όμορφη νότα από εκείνο το "καλοκαίρι της αγάπης", όπως όλοι το γνωρίζουμε...

The people came and listened
Some of them came and played
Others gave flowers away
Yes, they did, yeah
Down in Monterey
Down in Monterey
Young gods smiled upon the crowd
Their music being born of love
Children danced night and day
Religion was being born
Down in Monterey
The birds and the airplane
Did fly
Oh, Ravi Shankar's
Music made me cry
The Who exploded
Into violent light
Hugh Masekelas music
Was black as night
Grateful Dead
Blew everybody's mind
Jimi Hendrix, baby
Believe me
Set the world on fire, yeah
His majesty, Prince Jones smiled as he
Moved among the crowd
Ten thousand electric guitars
Were groovin' real loud, yeah
You wanna find the truth in life
Don't pass music by
And you know
I would not lie
No, I would not lie
No, I would not lie
Down in Monterey
Alright
Three days of understanding
Of moving with one another
Even the cops grooved with us
Do you believe me? Yeah
Down in Monterey
Down in Monterey, yeah
Down in Monterey
Down in Monterey, yeah
I think that maybe I'm dreamin'
Monterey
Monterey, yeah
Down in Monterey
Did you hear what I said?
Down in Monterey
That some music
Monterey
I said
Monterey, Monterey, Monterey


Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Μια τουφεκιά ζαχαρωτή

Είναι ρε παιδί μου κάτι άνθρωποι που, παρόλα τα χάλια που κατάφερε να δημιουργήσει το είδος μας στον πλανήτη, είναι που λες κάτι άνθρωποι που λάμπουν σαν πολύτιμα πετράδια μέσα στα σκουπίδια. Που μας εμπνέουν διαρκώς με το παράδειγμα και τη δράση τους.
Τον τελευταίο χρόνο ήρθαν έτσι τα πράγματα που εντόπισα κάποια τέτοια πετράδια, σε κάθε γωνιά της γης αλλά και στη χώρα μου. Άνθρωποι που επέλεξαν να περάσουν την επίγεια ζωή τους με μόνο οδηγό την Αγάπη, που μέλημά τους είναι η φροντίδα όσων υποφέρουν. Επέλεξε ο καθένας το πεδίο δράσης του και εργάζεται αδιάκοπα για το Καλό.
Πάντα υπάρχει το Κακό, αλλά όσες βόμβες κι αν ρίξουν, όσα λεφτά κι αν μαζέψουν, όσους ανθρώπους κι αν τυραννήσουν, οι πολεμιστές του Καλού θα είναι πάντα οι πιο εντυπωσιακοί!
Γιατί τα όπλα τους είναι τα καλύτερα, τα πιο γερά, τα κίνητρά τους είναι πιο σημαντικά, πιο αληθινά!
Κι όπως λέει ο ποιητής:
Βάρα καλή, βάρα γερή, μια τουφεκιά ζαχαρωτή
κι άσε να νιώσει η γαλαρία του χαρτοπόλεμου τη βία...